- αισύμνιον
- αἰσύμνιον, το (Α)τόπος συνεδριάσεως τών αρχόντων στα Μέγαρα.[ΕΤΥΜΟΛ. Η παραγωγή τής λ. μπορεί να ερμηνευθεί διαφοροτρόπωςμπορεί να αποτελεί μεταρρηματικό σχηματισμό από το αἰσυμνάω, αλλά προκειμένου για δηλωτικά τόπων η παραγωγή από το όνομα Αίσυμνος, κύρ. όνομα ήρωα τών Μεγάρων, φαίνεται πιθανότερη (πρβλ. βουλευτής-βουλευτήριον κ.τ.ό.)].
Dictionary of Greek. 2013.